Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα

Ως σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ορίζονται οι λοιμώξεις, οι οποίες μεταδίδονται
(κυρίως)με τη σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη. Η συχνότητα εμφάνισής τους είναι μεγάλη και αν αφεθούν χωρίς θεραπεία, μπορεί να καταστούν επικίνδυνα για τη ζωή του ασθενούς. Η συχνή εναλλαγή σεξουαλικών συντρόφων σε συνδυασμό με τη μη χρήση προφυλακτικού αυξάνουν τις πιθανότητες μόλυνσης.

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα: Ποια είναι;

Τα πιο κοινά σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα είναι τα παρακάτω:

  • Κονδυλώματα: τα κονδυλώματα προκαλούνται κυρίως από ιούς HPV, και ειδικότερα τους ιούς HPV6 και HPV11. Κάποιοι τύποι θεωρούνται ύποπτοι για την εκδήλωση καρκινογένεσης, οπότε η αντιμετώπισή τους θα πρέπει να είναι άμεση.
  • Τριχομονάδες: η μόλυνση οφείλεται σε ένα παράσιτο, το Trichomonas vaginalis και στους άνδρες η βασικότερη εστία μόλυνσης είναι η ουρήθρα. Συνήθως συνοδεύονται από κάποιο άλλο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα όπως γονόρροια κ.ά.
  • Έρπης γεννητικών οργάνων: οφείλεται στον ιό του έρπητα, ο οποίος δεν εγκαταλείπει ποτέ το σώμα μας. Δεν υπάρχει οριστική θεραπεία και χαρακτηρίζεται από περιόδους εξάρσεων και υφέσεων.
  • Ηπατίτιδα Β ή Ηπατίτιδα C: η ηπατίτιδα Β προκαλείται από τον ιό της ηπατίτιδας Β και μπορεί να προκαλέσει ηπατική βλάβη. Η ηπατίτιδα C προκαλείται από τον ιό της ηπατίτιδας C και μεταδίδεται κυρίως με το αίμα, αλλά και με τη σεξουαλική επαφή.
  • Σύφιλη: πρόκειται για σοβαρή νόσο που χρήζει άμεσης θεραπείας. Η επικινδυνότητά της έγκειται στο γεγονός ότι μπορεί να επεκταθεί και σε άλλα μέρη του σώματος, προκαλώντας προβλήματα στο νευρικό και καρδιαγγειακό σύστημα.
  • Χλαμύδια: η μόλυνση προκαλείται εξαιτίας του βακτηρίου Chlamydia trachomatis.
  • Γονόρροια: οφείλεται  στην μόλυνση από γονόκκοκο (neisseria gonorrhοe), και εάν δεν αντιμετωπιστεί μπορεί να προκαλέσει νεφρική ανεπάρκεια.
  • AIDS: προκαλείται από τον ιό HIV, ο οποίος επιτίθεται στο ανοσοποιητικό σύστημα προκαλώντας την καταστολή του. Είναι το πιο σοβαρό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.

Πώς μεταδίδονται τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα;

Όπως προαναφέρθηκε, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα μεταφέρονται, όπως προδίδει και το όνομά τους, μέσω της σεξουαλικής επαφής(κολπικής, πρωκτικής, στοματικής). Επίσης, η μετάδοση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη δερματική επαφή (π.χ. μολυσματική τέρμινθος) ή μέσω του αίματος, όπως για παράδειγμα η ηπατίτιδα.

Συμπτώματα σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων και πιθανές επιπλοκές

Η κοινή συμπτωματολογία των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων κάνει τη διάγνωσή τους αρκετά δύσκολη. Από την άλλη, ο ασθενής μπορεί να μην εμφανίζει καθόλου συμπτώματα, και αν και φαίνεται υγιής να είναι φορέας. Σε γενικές γραμμές, τα συμπτώματα που εμφανίζουν τα αφροδίσια νοσήματα είναι τα κάτωθι:

  • Μη φυσιολογικές εκκρίσεις από τα γεννητικά όργανα
  • Δύσοσμες εκκρίσεις
  • Πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή
  • Πόνος ή αίσθημα καύσου κατά την ούρηση
  • Έλκη ή εξανθήματα στην περιπρωκτική περιοχή
  • Πόνος στην πύελο

Εάν αφεθούν χωρίς θεραπεία τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα μπορεί να προκαλέσουν πολλές επιπλοκές. Ειδικότερα, οι πιο συχνές εξ αυτών είναι οι παρακάτω:

  • Στειρότητα
  • Υπογονιμότητα
  • Χρόνιες παθήσεις του ήπατος
  • Κακοήθεια
  • Εγκεφαλική βλάβη (κυρίως από τη σύφιλη)
  • Πόνος ή πρήξιμο των όρχεων

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα: Διάγνωση & Θεραπεία

Τα κοινά συμπτώματα δημιουργούν σύγχυση και έτσι η έγκυρη διάγνωση πραγματοποιείται μέσω εργαστηριακών εξετάσεων. Οι εργαστηριακές εξετάσεις εντοπίζουν με ακρίβεια τον παράγοντα της λοίμωξης, βοηθώντας στον σχεδιασμό του κατάλληλου θεραπευτικού πλάνου. Ειδικότερα, ο ασθενής μπορεί να υποβληθεί σε αιματολογικές εξετάσεις, εξετάσεις ούρων, καλλιέργεια ουρηθρικού επιχρίσματος ή εκκρίματος από έλκη.

Συνήθως τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα αντιμετωπίζονται με αντιβιοτικά ή αντιικά φάρμακα. Επιπροσθέτως, τα κονδυλώματα μπορεί να αντιμετωπιστούν με τη θεραπευτική μέθοδο της κρυοπηξίας ή να αφαιρεθούν με laser.

Πρόληψη

Η πρόληψη και η ενημέρωση σχετικά με τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι βαρύνουσας σημασίας για τον περιορισμό τους. Επιπροσθέτως, η χρήση προφυλακτικού και οι πλύσεις μετά τη σεξουαλική επαφή είναι αρκετά αποδοτικά μέτρα πρόληψης. Τέλος, εάν εμφανιστεί στον ασθενή οποιοδήποτε σύμπτωμα θα πρέπει να επισκεφθεί άμεσα έναν θεράποντα, μειώνοντας έτσι τις πιθανότητες μετάδοσης. Η ηπατίτιδα Β και ο ιός HPV μπορούν να προληφθούν και μέσω του εμβολιασμού.

Εάν αντιμετωπίζετε συμπτώματα που ίσως σχετίζονται με κάποιο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, απευθυνθείτε σε έναν έμπειρο ιατρό. Ο Ουρολόγος Ανδρολόγος Δημήτριος Ρομπόλης είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ουρολογίας και έχει μεγάλη εμπειρία στην αντιμετώπιση σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Ο ιατρός μετά από ενδελεχή αξιολόγηση προτείνει το θεραπευτικό πλάνο που ταιριάζει στις ανάγκες του ασθενούς. Επικοινωνήστε μαζί μας και κλείστε το ραντεβού σας για να λάβετε την κατάλληλη θεραπεία.

Επικοινωνία Επικοινωνία